Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2015

Αναγκαστική κατάσχεση στα χέρια τρίτου

Αναγκαστική κατάσχεση στα χέρια τρίτου
Γιατί το δημόσιο μπορεί να ικανοποιήσει απαίτηση κατά του οφειλέτη του, επιβάλλοντας κατάσχεση στα χέρια τρίτου



Της Μαρίας Γ. Παπαβασιλείου*

Από τις διατάξεις των άρθρων 30, 32, 33 και 34 του ΚΕΔΕ (Ν 356/1974) προκύπτει ότι το Δημόσιο μπορεί για την ικανοποίηση απαίτησής του κατά του οφειλέτη του να επιβάλλει κατάσχεση στα χέρια τρίτου, δηλαδή δύναται για την ικανοποίηση των απαιτήσεών του κατά οφειλέτη του, να κατάσχει στα χέρια τρίτου το ποσό που αυτός οφείλει στον οφειλέτη του Δημοσίου, πρόδηλα από σχέση ιδιωτικού δικαίου (ΑΠ 1383/2012, ΠΠρΠρέβεζ 47/2012 ΝΟΜΟΣ).

Συγκεκριμένα, κατά το άρθρο 94 παρ.1, 3 του Συντάγματος η εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας ανήκει στα υφιστάμενα τακτικά δικαστήρια, ενώ στα πολιτικά δικαστήρια υπάγονται όλες οι ιδιωτικές διαφορές, καθώς και οι υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας που τους ανατίθεται με νόμο. Η συνταγματική αυτή διάταξη κατανέμει τη δικαιοδοσία των πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων με κριτήριο τη φύση των διαφορών ως ιδιωτικών και διοικητικών αντιστοίχως.

Με βάση το κριτήριο αυτό, της φύσεως της διαφοράς, ως ιδιωτικής ή διοικητικής, οριοθετείται και η δικαιοδοσία των πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων για τις διαφορές που προκύπτουν κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων, οι οποίες κατά τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 εδ. ια΄ του ν. 1406/1983 υπάγονται στην δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων.

Ειδικότερα1, τρίτος είναι κάθε πρόσωπο φυσικό ή νομικό, το οποίο δεν είναι ούτε ο επισπεύδων την εκτέλεση ούτε ο οφειλέτης. Όμως, συνδέεται με τον οφειλέτη με την έννομη σχέση που ορίζει το άρθρο 30 του ΚΕΔΕ, δηλαδή κατέχει χρήματα, καρπούς ή άλλα κινητά πράγματα τα οποία ανήκουν στον οφειλέτη. Εν ολίγοις, ο τρίτος είναι ο οφειλέτης του καθού η εκτέλεση.

Σκοπός του εν λόγω θεσμού είναι η ταχύτερη και αποτελεσματικότερη ικανοποίηση των δανειστών – δημοσίων νομικών προσώπων. Σε μία εποχή όπου το χρήμα (πλαστικό ή ηλεκτρονικό ή με τη συνήθη του μορφή) κινείται ταχύτατα από χώρα σε χώρα, ο προσφορότερος τρόπος ικανοποίησης των δανειστών είναι η κατάσχεση των απαιτήσεων των οφειλετών τους εις βάρος τρίτων προσώπων.


Συγκεκριμένα, η διαδικασία κατάσχεσης εις χείρας τρίτου άρχεται με την επίδοση κατασχετηρίου εγγράφου συντεταγμένου από τον αρμόδιο Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. στον τρίτο. Ο ΚΕΔΕ, εν αντιθέσει προς το άρθρο 983 παρ.1 του ΚΠολΔ, δεν απαιτεί επίδοση του κατασχετηρίου και στον καθού η εκτέλεση. Το έγγραφο που επιδίδεται στον τρίτο δεν είναι η έκθεση κατάσχεσης του άρθρου 10 του ΚΕΔΕ, αλλά άλλο έγγραφο που περιέχει: α) το ονοματεπώνυμο και όνομα πατρός του οφειλέτη, β) το ονοματεπώνυμο του τρίτου, γ) το ποσό για το οποίο επιβάλλεται η κατάσχεση, δ) πίνακα χρεών του οφειλέτου και ε) χρονολογία και υπογραφή του συντάξαντος αυτό Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ.

Με το κατασχετήριο έγγραφο καλείται ο τρίτος όπως καταθέσει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. τα από αυτόν οφειλόμενα στον οφειλέτη του Δημοσίου χρήματα εντός 8 ημερών.

Από την ημέρα της κοινοποίησης του κατασχετηρίου στον τρίτο, ο τελευταίος δεν δύναται να αποδώσει στον καθού η εκτέλεση τα κατασχεθέντα χρήματα ούτε να τα συμψηφίσει με ανταπαιτήσεις του μεταγενέστερες της κατάσχεσης.

Κατά αυτόν τον τρόπο θεσμοθετείται η αναγκαστική εκχώρηση υπέρ του Δημοσίου των κατασχεμένων απαιτήσεων του τρίτου.

Ουσιώδες περιεχόμενο του κατασχετηρίου εγγράφου:

Νομολογιακά2 έχει γίνει δεκτό ότι το κατασχετήριο πρέπει να περιέχει εκτός του νόμιμου τίτλου στο οποίο στηρίζεται, την οφειλόμενη από τον τρίτο ποσότητα προς τον οφειλέτη του Δημοσίου και την έννομη σχέση (λ.χ. μίσθωση, εντολή, εταιρία, κλπ) που αποτελεί την παραγωγό (δικαιογόνο) αιτία της οφειλής του τρίτου, αναφερόμενη συνοπτικά μεν αλλά κατά τρόπο σαφή, καθώς και το ονοματεπώνυμο του οφειλέτη και να επιδίδεται εγκύρως στον τρίτο.

Η αναφορά της έννομης σχέσης από την οποία προέρχεται η οφειλή του τρίτου, αν και δεν αναφέρεται ρητά στη διάταξη του άρθρου 30 του ΚΕΔΕ ούτε και στη γενική διάταξη του άρθρου 983 ΚΠολΔ, καθίσταται αναγκαία καθόσον διαφορετικά καθίσταται δυσχερής η δήλωση του τρίτου και ο προσδιορισμός της απαίτησης της οποίας επιδιώκεται η κατάσχεση3.

Σε περίπτωση έλλειψης κάποιου εκ των προαναφερθέντων στοιχείων του κατασχετηρίου, καθίσταται αυτό άκυρο με συνέπεια να συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την επιβαλλόμενη κατάσχεση.

Δήλωση τρίτου άρθρο 32 ΚΕΔΕ:

Ο τρίτος προς τον οποίο επιδίδεται το κατασχετήριο έγγραφο υποχρεούται να προβεί σε δήλωση εντός 8 ημερών από την επίδοση του κατασχετηρίου.

Η δήλωση αυτή γίνεται εγγράφως δι’ αναφοράς, που επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή προφορικά ενώπιον του Ειρηνοδίκη (ήδη ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου) της κατοικίας ή της διαμονής του τρίτου, ο οποίος συντάσσει έκθεση που αποστέλλει στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. εντός 24 ωρών.

Άρθρο 33 ΚΕΔΕ καθιέρωση αμάχητου τεκμηρίου:

Σύμφωνα με το άρθρο 33 του ΚΕΔΕ, εφόσον ο τρίτος κατά του οποίου υφίσταται απαίτηση του οφειλέτη του Δημοσίου για απόδοση χρημάτων, δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα ή χωρίς την τήρηση του απαιτούμενου τύπου, την δήλωση του άρθρου 32 του ΚΕΔΕ, θεωρείται ότι οφείλει στον οφειλέτη του Δημοσίου ολόκληρο το χρηματικό που έλαβε από αυτόν.

Η διάταξη αυτή εισάγει ένα τεκμήριο που νομολογιακά αναγνωρίζεται ως αμάχητο4.

Η δήλωση τρίτου διέπεται από τα άρθρα 32-33 ΚΕΔΕ συμπληρωματικά δε από τις διατάξεις του άρθρου 985 ΚΠολΔ, σύμφωνα με την οποία ο τρίτος οφείλει να περιλάβει στη δήλωσή του και το εάν έχει επιβληθεί εις χείρας του άλλη κατάσχεση και συνάμα να αναφέρει ποιος την επέβαλε και για ποιο σκοπό. Η έλλειψη των τελευταίων στοιχείων που απαιτούνται από τις διατάξεις του άρθρου 985 ΚΠολΔ δεν άγει στην εφαρμογή του αμάχητου τεκμηρίου του άρθρου 33 ΚΕΔΕ.

Στην περίπτωση λοιπόν που ο τρίτος παραλείψει την επιτακτική αυτή υποχρέωσή του, οι σε βάρος επερχόμενες συνέπειες, από τη δημιουργία του αμάχητου τεκμηρίου, δεν οφείλονται στην παρακώλυσή του να ζητήσει την παροχή εννόμου προστασίας, αλλά σε ίδια αυτού συμπεριφορά, αφού μπορούσε με τη νομότυπη και εμπρόθεσμη δήλωσή του να αντιλέξει5.

Η από το άρθρο 32 του ΚΕΔΕ τασσόμενη προϋπόθεση, για την άσκηση του συνταγματικού δικονομικού δικαιώματος του τρίτου, σε βάρος του οποίου επιβλήθηκε η αναγκαστική κατάσχεση, δηλαδή η κατά το άρθρο αυτό υποβολή της ανωτέρω δήλωσης δεν δύναται να θεωρηθεί ότι αποτελεί περιορισμό που οδηγεί σε συρρίκνωση, πολλώ δε μάλλον σε αναίρεση της συνταγματικώς κατοχυρωμένης δικαστικής προστασίας6.

Έτσι, όπως ορθά το άρθρο 33 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 67 παρ. 1 του Ν.3842/2010 [ΦΕΚ Α΄58], μόνο στην περίπτωση που ο τρίτος αποδείξει ότι δεν οφείλει στον καθού ή ότι η οφειλή του είναι μικρότερη από την απαίτηση του Δημοσίου, απαλλάσσεται ή ευθύνεται μέχρι του ύψους της οφειλής του κατά περίπτωση.

Άρθρο 34 ΚΕΔΕ Ανακοπή του Δημοσίου:

Ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της δήλωσης του τρίτου ή της περιέλευσης της έκθεσης για την ενώπιον του Ειρηνοδίκη γενομένη δήλωση εντός μηνός από της εις αυτόν κοινοποίησης της δήλωσης.

Κύριο αντικείμενο της τελευταίας ανακοπής είναι η ύπαρξη και η έκταση της οφειλής του τρίτου προς τον οφειλέτη του Δημοσίου.

Όμως, με τη διάταξη του άρθρου 987 ΚΠολΔ, που αποτελεί ειδικότερη μορφή της διάταξης του άρθρου 262 παρ.2 ΚΠολΔ, παρέχεται το δικαίωμα στον τρίτο προσβολής με ανακοπή της κατάσχεσης που επιβλήθηκε στα χέρια του, αλλά μόνο αν δεν περιέχει το κατασχετήριο έγγραφο τα κατά το άρθρο 30 του ΚΕΔΕ στοιχεία. Η πλημμέλεια αυτή καλύπτεται και θεραπεύεται από τη θετική δήλωση του τρίτου, που ως εξώδικη διαδικαστική πράξη, δεν υπόκειται σε ανάκληση, έκτοτε δε θεωρείται οφειλέτης του Δημοσίου7.

Ωστόσο, τυχόν ευδοκίμηση της ανακοπής του άρθρου 987 ΚΠολΔ, στο πλαίσιο της κατάσχεσης στα χέρια τρίτου του ΚΕΔΕ (άρθρο 30), συνεπάγεται την ακυρότητα της κατάσχεσης, αίροντας και την υποχρέωση του τρίτου για την υποβολή της δήλωσης του άρθρου 32 του ΚΕΔΕ. Έτσι, γίνεται περαιτέρω ευνόητα δεκτό ότι, εφόσον δεν υπάρχει πλέον τέτοια υποχρέωση, δεν μπορεί να γίνει λόγος για συνέπειες από την παράλειψη ή τυχόν εκπρόθεσμό της. Αίρεται συνεπώς και η κύρωση του άρθρου 33 ΚΕΔΕ, που απειλείται όταν δεν έγινε δήλωση ή έγινε εκπροθέσμως ή μη νομοτύπως.

Περαιτέρω, η υπόθεση εισάγεται ενώπιον του αρμόδιου πολιτικού δικαστηρίου, εάν η υποκείμενη σχέση, δηλαδή η απαίτηση του οφειλέτη του Δημοσίου κατά του τρίτου, είναι απαίτηση ιδιωτικού δικαίου, εάν δε είναι δημοσίου δικαίου ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου8.

Συμπερασματικά, σύμφωνα και με την ΠΟΛ 1138/7-12-2006 του Υπουργείου Οικονομικών, της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογίας (16η Είσπραξη Δημοσίων Εσόδων, Τμήματα Α΄ & Β΄) καθώς και με την υπ’ αριθμ. 57/2006 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με την τελεσιδικία της απόφασης που δέχεται την ανακοπή του Δημοσίου κατά της αρνητικής δήλωσης του τρίτου στα χέρια του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση εκ μέρους του Δημοσίου, ολοκληρώνεται η αναγκαστική εκχώρηση και ο τρίτος υποχρεούται να καταβάλει στο κατασχόν Δημόσιο ό,τι οφείλει στον καθού η κατάσχεση (δανειστή του) και όχι ό,τι έχει κατασχεθεί στα χέρια του, η δε αναγκαστική εκχώρηση λειτουργεί αναδρομικά και ανατρέχει στο χρονικό σημείο της κοινοποίησης του κατασχετηρίου εγγράφου.



Η επερχόμενη αναγκαστική εκχώρηση της κατασχεθείσας απαίτησης στο Δημόσιο (μετά από κατάσχεση στα χέρια τρίτου) καθιστά την απαίτηση αυτή δημόσιο έσοδο και ως εκ τούτου, για την επιδίωξη της είσπραξής της με τα μέσα της διοικητικής εκτέλεσης απαιτείται η συγκρότηση νέου νόμιμου τίτλου κατά του τρίτου και η βεβαίωση αυτού.
Απαραίτητα στοιχεία για τη δημιουργία του νέου νόμιμου τίτλου συνιστούν:

α. Ο τίτλος είσπραξης στο όνομα του οφειλέτη, επί του οποίου βασίστηκε η έκδοση του κατασχετηρίου εγγράφου εις χείρας τρίτου.

β. Το κατασχετήριο έγγραφο.

γ. Η έκθεση κοινοποίησης στον τρίτο και

Κατά περίπτωση:

- Βεβαίωση της υπηρεσίας για μη υποβολή από τον τρίτο της προβλεπόμενης από το άρθρο 32 του ΚΕΔΕ δήλωσης ή το αντίγραφο της εκπρόθεσμης ή μη νομοτύπως υποβληθείσης δήλωσής του

- Η τελεσίδικη δικαστική απόφαση που δέχεται την ανακοπή του Δημοσίου κατά της αρνητικής δήλωσης του τρίτου.

- Η θετική δήλωση αυτού και βεβαίωση της υπηρεσίας για μη καταβολή του κατασχεθέντος ποσού βάσει αυτής.

Επιπλέον, επισημαίνεται ότι ως χρόνος έναρξης των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής των απαιτήσεων του Δημοσίου κατά του τρίτου βάσει του νέου νόμιμου τίτλου είναι η επόμενη εργάσιμη ημέρα από εκείνη κατά την οποία αυτές καθίστανται ληξιπρόθεσμες κατά το άρθρο 5 του ΚΕΔΕ.

Τέλος, τυχόν καταβολή εκ μέρους του τρίτου του οφειλόμενου ποσού βάσει του νέου τίτλου είσπραξης θα οδηγεί σε πίστωση αυτού με αντίστοιχη ισόποση διαγραφή από την οφειλή του αρχικού πρωτοφειλέτη.

* Η Μαρία Παπαβασιλείου είναι δικηγόρος Αθηνών, LLM, Certificate in Tax Law, PwC.

Σημειώσεις:

1. Βλ. Δ. Τομαράς, Η Αναγκαστική Είσπραξη Δημοσίων Εσόδων κατά τον ΚΕΔΕ, εκδ.Νομική Βιβλιοθήκη 2011, σελ.54 επ.

2. Βλ. υπ’ αριθμ. ΠΠρΘεσσαλ 31474/2009, ΑΠ 884/2009, ΝΟΜΟΣ.

3. Βλ. ΕφΑθ 7654/1986, Δ18, 174, με σχόλια Βασ. Παπαχρήστου, Μπρίνιας, Αναγκαστική Εκτέλεση, άρθρο 983 παρ.450, σελ.1331, Βαθρακοκοίλη ΕρμΚΠολΔ άρθρο 983 αρ.9.

4. Βλ. ΑΠ 185/1990, ΝΟΜΟΣ.

5. Βλ. ΕφΑθ 6239/2010, ΝΟΜΟΣ.

6. Βλ. ΟλΑΠ 168/1984, ΝοΒ 32, 536.

7. Βλ. ΑΠ 161/2011 ΝΟΜΟΣ, Πελαγία Γέσιου-Φαλτσή, Προστασία του Τρίτου στη διαδικασία της κατάσχεσης στα χέρια τρίου του ΚΕΔΕ, Γνωμοδότηση, ΝοΒ 2007, σ.3-15.

8. Βλ. ΣτΕ 1286/1999, ΣτΕ 1490/1993, ΝΟΜΟΣ.

www.mikromes.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Σελίδες

ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΜΑΡΚΕΣ

Η λίστα ιστολογίων μου